συνοικολογία

συνοικολογία
η, Ν
1. βοτ. η έρευνα και η μελέτη τών φυτών που φύονται κατά ομάδες
2. οικολ. η μελέτη μιας βιοκοινότητας οργανισμών και τών σχέσεων τόσο μεταξύ τους όσο και με το κοινό περιβάλλον τους στα πλαίσια τού οικοσυστήματος, αλλ. βιοκοινωνιολογία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. synecology < syn- (< συν-*) + ecology (βλ. λ. οικολογία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”